Η άποψη της ΠΕΕΔ ΄΄Περί εκσυγχρονισμού των Μεταφορών΄΄

Στα πλαίσια της αναδιοργάνωσης της εφοδιαστικής αλυσίδας είναι απαραίτητος ο εκσυγχρονισμός των οδικών μεταφορών εμπορευμάτων για την ανασυγκρότηση του κλάδου σε ανταγωνιστικά επίπεδα που να μπορεί να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται σε ευρύτερη ακτίνα δράσης γύρω από την ελληνική επικράτεια.

Λέγοντας εκσυγχρονισμό εννοούμε κάθε προσπάθεια καλυτέρευσης των όρων λειτουργίας μέσω της θεσμικής και οργανωτικής αναδιάρθρωσης της μεταφορικής διαδικασίας. Με το νόμο 383/1976 δόθηκε η δυνατότητα οργάνωσης των μεμονωμένων φορτηγών σε ΕΠΕ ιδιότυπου μεταφορικού χαρακτήρα. Το μέτρο ήταν αρχικά υποχρεωτικό, εξελίχθηκε όμως σε προαιρετικό κατόπιν μεγάλων απεργιών για την αλλαγή του. Ήταν μια πρώτη μορφή οργάνωσης, που δεν έγινε αποδεκτή από τους μεταφορείς, φοβούμενοι ότι με τον τρόπο αυτό «χάνουν» την άδειά τους, την ανεξαρτησία τους  και γίνονται οδηγοί μιας εταιρίας. Σήμερα, η μορφή αυτή δε θεωρείται ιδανική για την οργάνωση των επιχειρήσεων, αφού δεν αποτυπώνει την αξία της αδείας. Σε μια μορφή ανωνύμου εταιρίας η αξία που έχουν πληρωθεί οι άδειες ΦΔΧ μπορούν να αποτυπωθούν ως άυλο πάγιο, δηλαδή ως εισφορά αντί κεφαλαίου. Με τον τρόπο αυτό η νέα επιχείρηση αποκτά επισήμως αξία που αποτιμάται βάσει των λογιστικών βιβλίων και αποκαθιστά την αδικία, το πραγματικό γεγονός της αγοραπωλησίας μιας άδειας να θεωρείται «αέρας». Για να ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία αρκεί το Υπουργείο Οικονομικών να ορίσει το ποσό αποτίμησης του άυλου τίτλου. 

Οργανωτικά, οι μεταφορικές επιχειρήσεις είναι κύρια μικρές ατομικές επιχειρήσεις με αδυναμία πλήρους εκμετάλλευσης των οχημάτων, προσφοράς οικονομιών κλίμακος, ενώ δε δύνανται να διαχειριστούν προμήθειες (καύσιμα, ελαστικά, οχήματα αντικατάστασης, ανταλλακτικά).

Μέσα στην 30ετή διατήρηση του ίδιου αριθμού οχημάτων ΦΔΧ, τα ΦΙΧ αυξήθηκαν σημαντικά και απορρόφησαν μεγάλο κομμάτι από το αυξανόμενο μεταφορικό έργο της περιόδου αυτής. Καταστήσαμε τους εμπόρους μεταφορείς και τους δώσαμε δικαίωμα να διεκδικούν δημόσιους μεταφορικούς όρους, όπως την έλξη διαφορετικού ρυμουλκούμενου κλπ. Άλλη μια περίπτωση στρέβλωσης είναι η παράνομη εσωτερική μεταφορά από φορτηγά άλλων κρατών (Βουλγαρία, Κύπρος, Τουρκία κλπ), τη στιγμή που τα ελληνικά διεθνή οχήματα δεν επιτρέπεται να διενεργούν εσωτερική μεταφορά.

Επίσης, η ειδική φορολόγηση με εφάπαξ καταβολή φόρου δεν αποτυπώνει τις αποσβέσεις παγίων, με αποτέλεσμα να μην μετακυλύεται το αντίστοιχο όφελος στον ιδιοκτήτη ο οποίος και τελικά δεν έχει κίνητρο ανανέωσης του οχήματός του. 

Ανατρέχοντας, τώρα, στην ευρωπαϊκή πρακτική, παρατηρούμε ότι οι διεθνείς χερσαίες μεταφορές έχουν ελευθερωθεί, ενώ οι εθνικές οδικές μεταφορές είναι σε μεγάλο βαθμό προστατευμένες.

Αντίθετα η ενδομεταφορά, δηλαδή η μεταφορά εμπορευμάτων μέσα σε μια χώρα από μεταφορέα άλλης χώρας, προβλεπόταν να ανοίξει σε όλα τα κράτη μέλη το αργότερο ως το 2009 (COM (2006) 314). Πρόκειται για μια ανακοίνωση για την ενδιάμεση αξιολόγηση της πορείας εφαρμογής της Λευκής Βίβλου, η οποία προφανώς δεν προλαβαίνει να εφαρμοστεί και θα οδηγηθεί σε παράταση. Παρόλα αυτά πρέπει να αντιληφθούμε ότι η Λευκή Βίβλος κάποια στιγμή θα εφαρμοστεί και τα ευρωπαϊκά οχήματα θα διενεργούν μεταφορές και εντός Ελλάδας. Ήδη οι όροι αυτοί εφαρμόζονται στη σιδηροδρομική και την αεροπορική μεταφορά οι οποίες και είναι πλήρως εναρμονισμένες.

Ομοίως, η κυριαρχία των μικρών επιχειρήσεων και ο αντίκτυπος των πολύ διαφορετικών επιπέδων φορολόγησης στον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών μελών είναι σημαντικοί παράγοντες που θα επηρεάσουν τη μελλοντική ανάπτυξη και τον επί ίσοις όροις ανταγωνισμό. Πρόκειται, λοιπόν, να επιβληθεί κοινή φορολογία, όπως σε όλες τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, βάσει των αποτελεσμάτων των βιβλίων. 

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, το επάγγελμα του οδικού μεταφορέα δέχεται αθέμιτο ανταγωνισμό, από αμφίβολης νομιμότητας μεταφορικές διαδικασίες. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Η έλλειψη ελεγκτικού μηχανισμού και η διαφορετική αντιμετώπιση του προβλήματος, από τις υπηρεσίες των διευθύνσεων μεταφορών και των οικονομικών διευθύνσεων, δεν βοηθούν στη λύση αλλά οδηγούν σε «εν δυνάμει νομιμοποιήσιμες» διαδικασίες. Όμως, και εμείς διεκδικούμε τη νομιμότητα γιατί η φύση της εργασίας μας είναι αλληλένδετη με το μεταφορικό μέσο.

Οι Διαμεταφορείς είμαστε αρωγοί στην προσπάθεια επιδότησης τροχαίου υλικού, στη ρύθμιση του ζητήματος αποζημίωσης της αδείας, αλλά είμαστε και συμμέτοχοι στην οργάνωση της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Ι. Σιαμάς

Πρόεδρος Δ.Σ.